- ἀπεβλήθη
- ἀποβάλλωthrow offaor ind pass 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αλμπάνης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αναστάσιος. Καταγόταν από τη Δίβρη της Ηλείας. Πήρε μέρος σε επιχειρήσεις στην Πάτρα, τα Καλάβρυτα, το Μεσολόγγι και την Αθήνα και διακρίθηκε για τη γενναιότητά του. Μετά την απελευθέρωση εντάχθηκε στους… … Dictionary of Greek
αποβάλλω — (AM ἀποβάλλω) 1. βγάζω, αφαιρώ από πάνω μου («αποβάλλω τα ενδύματα», «αποβάλλω το προσωπείο» δείχνω ποιος είμαι πραγματικά) 2. αποπέμπω, απομακρύνω (φρ. νεοελλ. «τον απέβαλαν από το σχολείο, απεβλήθη της αιθούσης» κ.λπ.) 3. (για έγκυο γυναίκα)… … Dictionary of Greek
εξάμβλωμα — το (AM ἐξάμβλωμα) έμβρυο πρόωρα γεννημένο νεοελλ. κάθε τερατώδες γέννημα ή κατασκεύασμα αρχ. εξάμβλωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξαμβλώ. Η λ. σήμαινε αρχικά «προϊόν αποβολής» και πιο συγκεκριμένα «το έμβρυο που απεβλήθη με εξάμβλωση, το απόβγαλμα», απ όπου … Dictionary of Greek